Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 19, 2005

Κι έρχεται η στιγμή ν' αποφασίσεις....


Ίσως να 'ναι ο Σεπτέμβρης.
Ίσως να 'ναι ο χρόνος που περνά.
Ίσως να 'ναι η "ζωή που αλλάζει,
δίχως να κοιτάζει τη δικιά σου μελαγχολία"
Ίσως να 'ναι κι η ίδια η "δικιά σου μελαγχολία"
Ίσως να 'ναι ....
Πολλά.
Νοσταλγικά, γυρνάς πίσω στο παρελθόν και ξεφυλλίζεις ένα ένα τα ημερολόγιά σου, με το χαμόγελο να δίνει τη θέση του σε απορίες τύπου "τι απέγινε ο...;" ή "που νάναι η...;" Το άναρχο μυαλό όμως φεύγει, ταξιδεύει σε μέρη καμιά φορά ξεχασμένα και σταματάει όπου αυτό θέλει, χωρίς να νοιάζεται αν σου ομορφαίνει τις στιγμές ή αν σε πικραίνει. Συμμαθητές απ' τα σχολεία, συνάδελφοι απ’τις δουλειές, απ' το στρατό, έρωτες ....

Μεγάλα λόγια, ιδέες, υποσχέσεις, προσδοκίες. Όλα άνω κάτω. Όλα γύρω γύρω κι εσύ στη μέση γεμάτος σημεία στίξης:
Εισαγωγικά σ’όλες τις μεγάλες κουβέντες.
Θαυμαστικά στα λίγα μεγάλα κατορθώματα, αλλά και στην απρόσμενη αλητεία.
Άνω τελείες στις ατέλειωτες υποθέσεις και ....
Χιλιάδες ερωτηματικά. Ένα απ’αυτά μάλιστα μεγάλο:

ΚΑΙ ΤΩΡΑ;
Ο καθένας έχει πάρει το δρόμο του. Οι περισσότερες καθοριστικές επιλογές, έχουν γίνει. Μένει μόνο ένα παραθυράκι κι αυτό είναι η καβάντζα σου λίγο πριν την τρέλα.
Μία μία, διάφορες γνωστές φάτσες, περνούν από μπροστά σου. Άλλες φιλικές, που τις βλέπεις ακόμα και τώρα, που και που, κι άλλες ξεχασμένες, που το ασυνείδητο, άγνωστο γιατί, επιλέγει και φέρνει στην επιφάνεια.


Καθένας και μια ιστορία. Ένα ψέμα και μια αλήθεια μαζί, αυτό που ήταν, αυτό που έδειχνε ότι είναι κι αυτό που τελικά έμεινε. Ταμείο και ρέστα όσα ...
δεν παίχτηκαν
Πίσω σου παλιές φωτογραφίες.
Μπροστά σου αποφάσεις.
Τι να κρατήσεις απ’το χτες; Τι να πετάξεις;
Απορείς, μ' όλους αυτούς που αλλάξανε εντελώς πορεία και γλύφουν εκεί όπου έφτυναν, ώσπου συνειδητοποιείς τελικά, ότι ούτε στο παρελθόν έφτυναν, ούτε τώρα γλύφουν. Οι ίδιοι είναι κι ακολουθούν την ίδια ταχτική. Απλά ξέρεις φιλαράκι " Η αγορά δεν είναι σαν το πανεπιστήμιο, είναι σκληρή και θέλει κότσια, εξάλλου τα είδαμε και τα..." Και αυτοί τουλάχιστον είναι .... ! ειλικρινείς, γιατί υπάρχουν κι οι άλλοι οι οποίοι λεν χίλια μύρια σάλια όπως "Χτυπάω το σύστημα απ’τα μέσα" ή "μα δεν άλλαξα καθόλου, απλά μετεξελίχθηκα ελαφρά" ή "Χίλιες φορές με τους μεγαλοαστούς, παρά με τους ξεφτιλισμένους, νεόπλουτους, μικροαστούς. Τουλάχιστον τα παλιά τζάκια έχουν στυλ και παράδοση" και τόσα άλλα....


Κοιτάζεις όμως απ' την άλλη μεριά και τι βλέπεις;
Απίστευτους θεωρητικούς, συντηρητικούς σ' όλο τους το μεγαλείο πενηντάρηδες, κάτοχους της μίας και μοναδικής αλήθειας, να κυκλοφορούν πολιτικά, εις άγραν αποκλειστικού ακροατηρίου, άγνωστοι οι περισσότεροι ως πολιτικά υποκείμενα στο χώρο δουλειά τους.
Παρελθοντολάγνους, εραστές του χθεσινού αγωνιστικού "μεγαλείου", αμετανόητους ταβερνεπαναστάτες.
Γκριζόμαλους γόνους μεγαλοαστών, που όσο ακραία και να τοποθετηθούν πολιτικά, κανείς δεν πρόκειται να τους ενοχλήσει. Εξάλλου έχουν την παιδεία και τη δύναμη να βολεύονται ακόμη και στις πιο στριμόκωλες καταστάσεις, βγάζοντας την ουρά τους απ' έξω.
Ελάχιστους συνεχιστές της νεανικής τους ιστορίας, με άλλους όρους όμως, πιο χαλαρούς, ίσως πεισματάρηδες, ίσως ρομαντικούς, σίγουρα πιο διαλλακτικούς, πιο ....
Πόσους και πόσους ακόμα, που κοιτιούνται στον καθρέφτη και μειδιούν πικρά. Ξεθωριασμένα χρώματα, που ξέβαψαν, το καθένα για διαφορετικό λόγο. Άλλα οδηγούν το νου, στη μελαγχολική εγκατάλειψη κι άλλα αναδύοντας τη βαριά μυρουδιά του σάπιου, ζωγραφίζουν κάτι ακαθόριστο, κάτι που στο μυαλό του καθένα σχηματίζει διαφορετική εικόνα.
Ανιχνεύοντας και επανακαθορίζοντας τις ίδιες πινελιές, μπορεί να σχηματίσεις τη "γεφυρούλα της Αρλ", αλλά και τον "σιταγρό με τα κοράκια".

Η ελπίδα κι ο θάνατος μαζί.
Παλιές φωτογραφίες, παλιά πρόσωπα,
που άλλα σου δίνουν κουράγιο
κι άλλα σε ρίχνουν σε βαθιά περισυλλογή.
Συζητήσεις για το χτες και
διαφορετικές εκτιμήσεις
κι έρχεται η στιγμή ν' αποφασίσεις
με ποιους να πας και ποιους ν' αφήσεις.

Αυτά που λες Μαρία!

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 16, 2005

RADIO ALICE


Σίγουρα είσαι ζωντανός
όταν καταφέρνεις
ο Σεπτέμβρης
Να 'ναι
ΜΗΝΑΣ ΓΙΟΡΤΗΣ
Το σχέδιο είναι του μοναδικού Andrea Pazienza

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 13, 2005

Στην ίδια θάλασσα που ξεκουράζεται ο ήλιος


Όταν επιστρέφεις μετά από χρόνια είναι αλλιώς.
Οι εικόνες έχουν άλλο χρώμα
απ' το κίτρινο της ανάμνησης.

Όμως τώρα είσαι εκεί. Να κοιτάς
και να μην ξέρεις που να πνίξεις τη ματιά σου.


Ανεβαίνεις στο Καζαβίτι
να πιεις νερό να δροσιστείς

κι ύστερα στο ηλιοβασίλεμα
να πλυθείς
στην ίδια θάλασσα που ξεκουράζεται ο ήλιος

Παλιά
όταν μαΐστρος ξέραινε το τοπίο
στον ορίζοντα μακριά αχνόφεγγε η Θάσος

Όμως τώρα είσαι εκεί.
Απ' τη θολή πλευρά

Κι όμως όλα μέσα σου
είναι πεντακάθαρα
Κυρίως απέναντι
που 'ναι η πατρίδα σου

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 06, 2005

Ένα σύνθημα για το Σεπτέμβρη Goddamned!

Το σχολικό σταματάει έξω απ' το σπίτι. Ο οδηγός κατεβαίνει μ' ένα κίτρινο σπρέι στο χέρι κι αφού μονολογεί κάτι σε ακατάληπτα οδηγίστικα ελληνικά, αρχίζει να γράφει συνθήματα στην άσφαλτο σαν εικοσάχρονος που φεύγει φαντάρος. Απ' το παράθυρό μου παρακολουθώ τη σκηνή και μόλις εξαφανίζεται το σχολικό, κατεβαίνω να διαβάσω τι έγραψε στο δρόμο μας ο οδηγός.
Όμως ... Ω του θαύματος! το σύνθημα έχει εξαφανιστεί. Κοιτάζω γύρω μου ψάχνοντας κάποιον να πιστοποιήσει το γεγονός, ως τελευταία εγγύηση για το υγιές του μυαλού μου, αλλά μάταια. Goddamned! σιγοψιθυρίζω σε άπταιστα αμερικάνικα, ούτε ένας! Έπρεπε να το πάρω απόφαση. Κανείς απ' τους γύρω δεν είχε δει κάτι. Ούτε το σχολικό?! Ούτε τον οδηγό?! Ούτε το σύνθημα?! Goddamned! Πριν προλάβω όμως να τριτώσω τη βρισιά, το μάτι μου πέφτει στο πλακόστρωτο μονοπάτι που οδηγεί στην είσοδο του σπιτιού μου. Πάνω τους σέρνεται κάτι ανοιχτόχρωμο, που τρακάροντας με τις πρώτες ηλιαχτίδες φωσφορίζει τόσο έντονα, που κάνει τα λουλούδια του κήπου να κλείνουν γρήγορα τα πέταλά τους, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να περισώσουν ότι προλαβαίνουν απ' το χρώμα τους. Τι να 'ναι άραγε; Πάω πιο κοντά κι αυτό που βλέπω μ' αφήνει με το στόμα ανοιχτό. Αυτό το περίεργο κίτρινο ερπετό στο πλακόστρωτο, δεν είναι τίποτ' άλλο παρά το σύνθημα! Το σύνθημα που έγραψε ο οδηγός του σχολικού! Ένα χαμόγελο ανθίζει στο πρόσωπό μου. Δεν είμαι τρελός λοιπόν! Ο οδηγός, το σπρέι, το σχολικό, δεν είναι προϊόντα της φαντασίας μου!
Τρέχω γρήγορα, ανοίγω το κάγκελο, προσπαθώ να διαβάσω τι είναι γραμμένο, αλλά τίποτα. Αδύνατον! Το σύνθημα περνώντας το κατώφλι της εισόδου μετακινείται στο εσωτερικό του σπιτιού. Θεέ μου βόηθα! Θα μου βάψει το σπίτι κίτρινο. Κι ότι το άσπρισα και το καθάρισα! Με γρήγορες κινήσεις ανοίγω την πόρτα, μπαίνω στο χωλ κι από κει στο μεγάλο καθιστικό. Η κίτρινη λωρίδα όμως δε φαίνεται. Μα που πήγε; Αφού την είδα! Ψάχνω δεξά, ψάχνω ζερβά, τίποτα! Στο μυαλό μου ένα τεράστιο ερωτηματικό ενεργοποιεί την εντολή απορίας και σε ελάχιστο χρόνο στην οθόνη των ματιών μου προβάλει η φράση "Ρε λες να;" Χωρίς να το σκεφτώ με δρασκελιά άλτη ανεβαίνω τις σκάλες και ασθμαίνοντας φτάνω στο πάνω πάτωμα. Με μια μου κίνηση, μπλοκάρω το λεκτικό ερπετό. Το κρατώ με χέρια και με πόδια, μα αυτό αντιστέκεται σθεναρά προσπαθώντας να μου κλείσει τα μάτια. Σ' αυτό το σημείο αξιοποιώντας τις γνώσεις μου στο σύστημα Μπράϊγ προσπαθώ να ανιχνεύσω το περιεχόμενο, αλλά πάλι τίποτα! Το δαιμόνιο ξωτικό μου γλιστράει και μένω με τα χέρια κιτρινισμένα να το κοιτάζω, ξεθωριασμένο πια, να σέρνεται προς τη σοφίτα. Τσαντίζομαι! Κοκκινίζω! και γεμάτος θυμό, οδηγώ το σώμα μου στο δώμα. Που θα πάει... Θα το πιάσω! Με πολύ κόπο ανοίγω την φουσκωμένη πόρτα και αυτό που βλέπουν τα μάτια μου δεν θα το χωρούσε ούτε ο πιο προχωρημένος νους. Το κίτρινο σύνθημα είναι ξαπλωμένο πάνω σε μια στοίβα βιβλία και με κοιτάζει με το πιο ειρωνικό βλέμμα που διαθέτει η συλλογή του.
Εδώ σ' έχω! σκέφτομαι και με περισσή αποφασιστικότητα απλώνω το χέρι να το πιάσω και να κάνω δικό μου όλο το μυστήριο που κρύβουν τα γράμματά του. Για να δούμε που θα βάλεις τώρα την ειρωνεία σου κωλοσύνθημα! μονολογώ. Πριν όμως τελειώσω την φράση μου η κίτρινη κηλίδα χάνεται στις σελίδες ενός παλιού σκονισμένου βιβλίου. Πάω πιο κοντά και με το φύσημα της σκόνης απ' το εξώφυλλο αποκαλύπτεται η Αγία Οικογένεια του παλιού αναγνωστικού της Α' Δημοτικού. Ανοίγοντάς το, συναντώ το φιλαράκι μου το Μίμη να παίζει με τη Λόλα. Μίμη μήπως είδες κάτι κίτρινο να μπαίνει εδώ μέσα; Ρωτάω. Και αντί απαντήσεως λαμβάνω ένα νεύμα που με στέλνει στην επόμενη σελίδα. Γυρίζω σελίδα και τι να δω; Ο Μίμης και η Λόλα με φόντο την εκκλησία του χωριού, ντυμένοι με μπλε σχολικές ποδιές, σάκες και γαλάζιες σημαιούλες, πηγαίνουν πρώτη μέρα στο σχολείο.
Στο βάθος ένα κατακίτρινος ήλιος μου δείχνει τα δόντια του και με ειρωνικό σπρέι αραδιάζει κάποιες λέξεις στα σύννεφα. Πιάνομαι απ' το πρώτο σύννεφο που βρίσκω μπροστά μου και με αρκετή προσοχή προσπαθώ να βάλω τις λέξεις σε μια σειρά. Όταν το καταφέρνω, ένα χαμόγελο σκάει στα χείλη μου και το μυαλό μου γεμίζει με σκέψεις. Κλείνω το αναγνωστικό και κοιτάζω απ' το παράθυρο. Είναι Σεπτέμβριος, στο τζάμι έχει κολλήσει ένας τεράστιος ήλιος και στο ντουβάρι απέναντι κάποιοι έχουν γράψει:
"Κάθε Σεπτέμβρη θα 'σαι μαθητούδι και κάθε Ιούνιο σφαχτό"

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 02, 2005

Όταν ο χρόνος αρχίζει να συστέλλεται είναι Σεπτέμβρης

Στη δουλειά σε περιμένουν να μετατρέψουν τις στιγμές σου σε εργατοώρες. Το πρώτο πρωινό κοιτάς τη χρονομηχανή, νύχτα ακόμη, και προσπαθώντας να γυρίσεις πλευρό, συγκρούεσαι με μια σκληρή παλάμη που γράφει τον κωδικό σου. Είναι αυτός ο ίδιος κωδικός που μετατρέπει τα υποκείμενο σε υπό χρονοανάλυση αντικείμενο. Το αποτέλεσμα; Σ φ α λ ι ά ρ α !
Στη γωνία σε περιμένει η καθημερινή μέγγενη να πιέσει το χρόνο σου και να τον πετάξει συμπιεσμένο πια στο καζάνι της αποδημιουργικοποίησης
- Πως είπατε; Αποδημιουργικοποίηση;
- Μα με ποια λέξη να περιγράψεις τη διαδικασία που αποστεώνει το χρόνο σου, απ' τη δημιουργική ραχοκοκαλιά του
Οι συνάδελφοι προσπαθούν να δείξουν κάποιον άλλον εαυτό, διαφορετικό απ' τον γνωστό, ένδειξη του ότι στις διακοπές βρήκαν τις πραγματικές τους συντεταγμένες. Επιστρατεύουν όλο το οπλοστάσιό τους, να αποδείξουν ότι οι φυσικές συνιστώσες του Είναι τους, δεν είναι η γκρίνια, η μιζέρια και η μουργέλα, αλλά η ζωή στη φύση, η ειλικρινής, φιλική και αλληλέγγυα προσέγγιση του πλησίον, η δημιουργία κι ότι άλλο θα μπορούσε να μυρίζει υγεία. Φυσικά, όλα αυτά, μαζί με την προσπάθεια ανάδειξής τους, πάνε στράφι στην πρώτη αναποδιά. Για ακόμη μια φορά τους κοιτάς με συμπάθεια και χασκογελάς κάτω απ’τα μουστάκια σου.
Τα φύλλα στα δέντρα βαστιούνται καλά κι ο ουρανός θυμίζει ακόμα καλοκαίρι. Για κάποιο μυστήριο όμως λόγο είμαστε πεπεισμένοι ότι έχει αρχίσει το φθινόπωρο. Ίσως γιατί τέλειωσαν τα πανηγύρια. Ίσως γιατί δύσκολα ξεχνάς, ότι μαθαίνεις στο σχολείο. Ίσως... Το μόνο "Ίσως" που δεν ισχύει είναι το "Ίσως είναι φυσικό". Γιατί το φθινόπωρο έρχεται φυσικά, μόνο με την αλλαγή του καιρού κι ότι "φυσικά" συνεπάγεται.
Ο Σεπτέμβρης είναι ένας μήνας "τράνς". Είναι η απαραίτητη καραντίνα πριν την αποστείρωση της βροχής και του χιονιού. Είναι το γκριζάρισμα στους κροτάφους. Είναι ένας απολογισμός με γεύση σταφυλιού. Είναι το πλάνο βλέμμα της λήθης.
Μόνο τα πουλιά επιμένουν, να μας θυμίζουν φεύγοντας τον χαμένο μας εαυτό, τον προορισμό μας. Το Σεπτέμβρη ταξιδεύουν για το νότο, να συναντήσουν την άνοιξη, τον έρωτα, τη ζωή, που μπαγιατεύει αν μείνει κλεισμένη σ' ένα μέρος και μουχλιάζει. Ο άνεμος τους παίρνει τα φτερά και τα σκορπάει σε στέγες σπιτιών και σε κορφές δένδρων, να στολίσουν με το μήνυμά τους την κόμη των ινδιάνων της μητρόπολης. Ξέρουν πολλά τα πουλιά κι όταν στο στερνό τους ταξίδι, μας δωρίσουν το τελευταίο τους φτερό, πάνω του θα 'ναι γραμμένο:
"Άνεμος υπάρχει εκεί όπου υπάρχει αέρας"

Αυτά που λες Μαρία!