Κυριακή, Ιουλίου 26, 2009

Καλοκαιρινό

..


Το θρόισμα των φύλλων στέλνει στο σπίτι απ’ τις σίτες ένα δροσερό αεράκι, για το οποίο πίστευα μέχρι πριν από λίγο, ότι ερχόταν από Μαΐστρο. Η φράση όμως του πατρός μου και ανεμογνώστου «Ο Μαΐστρος με τα σύννεφα δύσκολα παντρεύονται» ανέτρεψε τη βεβαιότητα και έστρεψε το πληκτρολόγιό μου προς Τραμουντάνα μεριά, με την οποία κολλάν καλύτερα τα σύννεφα.
Οι εικόνες του Αντρέα Πατσιέντσα από τα εφηβικά καλοκαίρια στην Απουλία δένουν τέλεια με τις δικές μου. Το οσμικό επιστέγασμα από συκόφυλλα έρχεται να το επιβεβαιώσει. Παρέα από δίπλα οι παιδικές σκανταλιές, τρανώνουν τη βεβαιότητα του βιοτικού ενιαίου της Μεσογείου.
Mare Nostrum
Τα καλοκαίρια στα κάμπινγκ με τις πρώτες νεανικές παρανομίες σε επίπεδο ουσιών και απελευθέρωσης παραμένουν πρώτα στη σειρά των κοινών ρικόρδων. «Είδα τα καλοκαίρια μου στα έργα σου» Έτσι θα μπορούσα να ξεκινήσω στιχάκι, που ίσως και να γίνονταν τραγούδι για τα κοινά μεσογειακά καλοκαίρια. Προς το παρόν όμως, απολαμβάνω την απογευματινή δροσιά, συντροφιά με τζιτζίκια, σπουργίτια και άλλα πετεινά, περιμένοντας τους προσκυνητάς στο παρακείμενο παρεκκλήσι του Αγίου Παντελεήμονος.

Τετάρτη, Ιουλίου 22, 2009

ΚΥΡΙΑΚΗ Opus II


Ο Κυριάκος Πόγιομας σταυροκοπήθηκε, κοιτάζοντας όλα αυτά τα εξωφρενικά στην οθόνη του κινητού του και ένας πόνος στο υπογάστριο τον ειδοποίησε πως έπρεπε να σταματήσει για κατούρημα.

Αλλά αν έκοβε τη ροή της ιστορίας;

Τι θα γινόταν;

Τι θα συνέβαινε;

Κοίταξε ένα μισοάδειο πλαστικό μπουκάλι νερού κι αφού ακολουθώντας για εκατομμυριοστή φορά τη συμβουλή του ψυχαναλυτή του, σκέφτηκε ότι είναι μισογεμάτο, αποφάσισε να μην κατουρήσει μέσα του και το βρωμίσει, υποτάσσοντας τη σωματική του ανάγκη στην προβληματική «Ξέρεις πόσα παιδιά, δεν έχουν νερό να πιουν;» που έθετε η γιγαντοοθόνη στα δεξά του

Η φούσκα του όμως έστειλε απειλητικά την πρώτη σταγόνα στο βρακί του, αλλά ευτυχώς για καλή του τύχη μια άλλη ταμπέλα τον πληροφορούσε πως στο ένα χιλιόμετρο υπάρχει κάποια Ρεστάρια. Σαν Λατινοαμερικάνος παίχτης, σκέφτηκε. Χουαν Ραμόν Ρεστάρια! Και γέλασε διακριτικά πλησιάζοντας μια παρέα προσκυνητών Χάρε Κρίσνα Χάρε Χάρε που με τα κουδουνάκια τους πήγαιναν προς την τουαλέτα να ευχαριστήσουν το πνεύμα του νερού που ξεπλένει τις λεκάνες και μας προφυλάσσει απ’ τις βρωμιές.

Δεν άργησαν. Λιβάνισαν την αίθουσα ανακούφισης και εξήλθαν σαν τα πετεινά του ουρανού, αφήνοντας πίσω τους μια χαλαρή αύρα αθωότητας που δρόσισε και το πιο κάκοσμο σεπαρέ, κάνοντας πιο ευχάριστη την πορεία των ούρων προς το καπάκι της τουαλέτας.

Τελειώνοντας, κούμπωσε το φερμουάρ του παντελονιού του και κατευθύνθηκε προς την έξοδο, ρίχνονατς μια φευγαλέα μιατιά στις εφημερίδες. Διέκρινε νόστιμα λάθη σ’ αυτήν του την κίνηση και έπιασε κάποιο απ’ αυτά να το φάει.

Που ‘σαι φίλε λείπει το Τάφ από τη λέξη δεν τρώγεται! Ακούγεται απ’ την τρύπα του περιπτερά.

Κι άλλοι την πάτησαν!

Και γυρνώντας αριστερά και δεξιά είδε ένα σωρό τύπους που προσπαθούσαν να φαν τη λέξη Ρίχνονατς. Την έκοβαν, την έραβαν, την στριφογύριζαν, δεν τρώγονταν με τίποτα.

Παραγγέλνει ένα καφέ, καφέ χρώματος με μπεζ καϊμάκι και ένα μπομπολόνε και χαίρεται ιδιαίτερα που δεν έπεσε στην παγίδα να ζητήσει ντόνατς γιατί το είχε ως αρχή να μην πέφτει ποτέ στην παγίδα των προσφορών των εφημερίδων και να πέφτει.

Διόρθωσε με το στυλό τις λάθος λέξεις της εφημερίδας και κατευθύνθηκε για το αμάξι του. Όταν μπω, σκέφτηκε, θα βάλω αποφασιστικά το κλειδί στη μίζα και θα ξεκινήσω. Κι αυτό έκανε. Γκαζώνοντας στον αυτοκινητόδρομο, χάζευε το τοπίο, όταν συνειδητοποίησε ότι δεν υπάρχει προορισμός κι ότι η διαδρομή είναι πάντα η ίδια: Απ’ το μηδέν Στο μηδέν. Έτσι σκάρωσε μια μελωδία και την έντυσε με το ποίημα της Domenica Serra (mama), ελαφρά συμπληρωμένο:

Ο δρόμος απ' το τίποτα στο κάτι
και το αντίστροφο
είναι αυτός που φτιάχνει τη ζωή μας
όπως το 0 και το 1,

σχηματίζουν τα πιξλ της ηλεκτρονικής μας εικόνας

Κι η ζωή μας ξεκινάει απ’ το 0

κι εκεί μας πάει πάλι

με ένα σωρό καρούμπαλα και άσους

στο κεφάλι.

Τέλος

Λίγο πριν (Αυτό από κάπου ξέμεινε. Ας το αφήσουμε να ζήσει)

Κυριακή, Ιουλίου 19, 2009

ΚΥΡΙΑΚΗ Opus I




Ο δρόμος απ' το τίποτα στο κάτι
και το αντίστροφο
είναι αυτός που φτιάχνει τη ζωή μας
όπως το 0 και το 1,
σχηματίζουν τα πιξλ της ηλεκτρονικής μας εικόνας
Domenica Serra (mama)


O Domenico Matino γυρίζοντας από μια μεγάλη περιπέτεια, ζήτησε συγνώμη για τη μακρά του απουσία και έπεσε σε ύπνο. That’s it! Αυτόματα, όλα τα λευκά πλήκτρα του πιάνουν, άρχισαν να μαυρίζουν και να προκαλούν σύγχυση, ταυτοχρόνως και πόνο σε όλους όσοι παράτησαν την ωραία νιρβάνα της απραξίας και έσπασαν δάχτυλα και μυαλό ασχολούμενοι με τα λευκά και μέλανα μέλη του πιανιστικού πληκτρολογίου. Υ πόνυ μάλιστα αν και μικρύ, ήταν τόσο χρωματιστύ που η ατμόσφαιρα ή καλύτερα η φίλη της η Μαρία Αυταπουλές αισθάνθηκε μια τόσο έντονη καλλιτεχνική δυσφορία που μετά από χρόνια μουγκαμάρα ανεφώνησε:
ΜΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΝΕΙΣ Σ’ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΠΟΥ
ΣΚΕΦΤΕΤΑΙ τους ΑΔΕΣΠΟΤΟΥς ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕς;
Υπάρχει! Απάντησε μια φωνή. Αλλά μη φωνάζεις γιατί θα τον ξυπνήσεις. Κι αν τον ξυπνήσεις οι Αδέσποτοι Καλλιτέχνες δε θα είναι πια Αδέσποτοι, αλλά Δεσποτικοί. Μέλη Δεσπόζουσας Τάξης με κανόνες και τιμωρίες. Θα το ήθελες αυτό; Η Μαρία Αυταπουλές δεν απάντησε, αλλά έπεσε σε περισυλλογή, τόσο βαθιά, που κοιτάζοντάς την ακόμα και οι ειδήμονες στο τηλεοπτικό παιχνίδι «Είν
αι ζωντανός ο ρεπόρτερ ή φωτογραφία;» πέφτουν στην παγίδα και χτυπάν με πολλά καταγματώδη λάθη.


Στην άλλη άκρη της γης, στη Σύρο, ο Δομίνικος Πομερίγγιιος περνούσε τις Πύλες της Εξέγερσης, όταν εξεστόμιζε για πρώτη φορά στη ζωή του τη φράση:
Μπαρμπα - δάκια Μπαρπα – γάνννη έχεις;

Μα εγώ τα φτιάχνω!
απάντησε ο Μπαρπα – γάνννης

Σιγά μην τα φτιάχνεις εσύ!
ανταπάντησε ο μικρός Δομίνικος

Ναι σου λέω! Εγώ τα φτιάχνω! και μάλιστα κάποια απ’ αυτά είναι και σόι
μου. Να για παράδειγμα με το Μίκυ ήμασταν μαζί στη Μακρόνησο. Μ ετογκ ΟΥΦ ΙΙΙΙΙ!!!
Ήταν η στιγμή που ο βυθισμένος Πιτανικός βρισκόταν στο απώτερο στάδιο της απόγνωσης, μιας και έπρεπε να αποφασίσει για το μέλλον του. Θα είναι Βυθισμένη στο λάδι σπιτική πίττα ή ιστορικό καράβι στον Ατλαντικό; Το ένα βαρύ και λιπαρό το άλλο κρύο και σκοτεινό. Η απόγνωση κι ο φόβος είναι τεράστια όπλα κι όταν ξαμολιούνται δημιουργούν πολύ παράξενα φαινόμενα.
Τα γράμματα στο στόμα του Μπαρπα – γάνννη είχαν αυτονομηθεί πλήρως και έφτιαχναν εδώ και ώρα δικές τους λέξεις, επιφωνή
εντα, συνδεσμοδοκούς, επιμπυροκοιλορήματα, ενώ όσα απ’ αυτά περίσσευαν μετατρέπονταν σε Ροξτάρ σε κεφάλια όσων δημοσίων υπαλλήλων έβρισκαν στο δρόμο τους. Αμέσως μετά, στην Πάμπ «Ίσως Αύριο» όλοι μαζί επιδίδονταν σε ομαδικά παιχνίδια τύπου «Βρες το καλοκαίρι που ‘φυγε» ζημιώνοντας τον πλανήτη σε Οξυγόνο και Λογική.



Συνεχίζεται (σίγουρα)

Δευτέρα, Ιουλίου 06, 2009

Επικίνδυνο λογικό συμπέρασμα εκδικείται ή αλλιώς " Όταν το πάλι γνώρισε το χάλι"

Image Hosted by ImageShack.us

I Vote Conservative because I'm in love with yououou …

Οι Deep Freeze Mice απ’ τα μακρινά 80’ς γκριζάρουν τους κροτάφους μου με πολιτικές σκέψεις την ώρα που περνάω απ’ το δρόμο με τις Λ.. με τις Καφετερίες. Στην κορυφή της πολυκατοικίας το βλέμμα του Μεγάλου Αδερφού αναλύει τη στάμπα στο μπλουζάκι μου και αποφαίνεται πως δεν είμαι και πολύ χαρακτηριστικό δείγμα Δραμινού πολίτη. Εγώ όμως αισθάνομαι Πολίτης αυτής της πόλης και μάλιστα πολύ Ενεργός. Η μουντιάλ οθόνη στο γκλάμουρ καφέ δίνει την απάντηση μ’ ένα απομεινάρι διαφήμισης : ….ΓΙΑΥΤΟ! Καθώς οδηγώ τα βήματά μου προς το πάρκινγκ του διοικητηρίου, σκέφτομαι το αιτιολογικό που περίσσεψε απ’ τη διαφήμιση και αδυνατώ να παραδεχτώ ότι αυτό που φωτίζει είναι η πιθανότερη εξήγηση.

Μπα! Δεν παίζει!!

Μπαίνω στο σούπερ Σάξο μου, ανοίγω το σούπερ ηλεκτρικό μου παράθυρο ενώ η Υποψία μετατρέπεται σε Άποψη και αυτή τραβάει το δρόμο για Συμπέρασμα. Δεν ξέρω τελικά πού θα καταλήξει, αλλά όπου και να πάει δε θα χαθεί. Εκτός αν προλάβουν και τη σβήσουν παραισθησιογόνες σκέψεις σαν κι αυτές που δημιουργούνται όταν σκέψεις υγιείς, στην προσπάθειά τους να βρουν δέντρο στα νεοπεζοδρόμια της πόλης, κολλάν στην πίσσα που μαυρίζει όλο και περισσότερο το κέντρο .

Περνώντας απ’ τα αυθαίρετα του κήπου αισθάνομαι να θεριεύει Το Συμπέρασμα. Τολμώ να αδιαφορήσω αλλά αποτυγχάνω οικτρά, γιατί στην προσπάθειά μου να κρατηθώ απ’ το πρόγραμμα των Πολιτιστικών Εκδηλώσεων «Ελευθέρια 2009» γεμίζει το κεφάλι μου από κάτι μυστήρια «πα» που δεν ξέρω αν ξώμειναν από πα πάδες ή από πα ράδοση, πάντως σχηματίζουν έναν κλοιό γύρω μου καλώντας με σ’ ένα χορό εκατομμυρίων, στον οποίο αδυνατώ να συμμετάσχω, μιας και δεν ξέρω τα βήματα. Η βλαχομπαρόκ ατμόσφαιρα των παραγόντων της τοπικής κοινωνίας διαποτίζει τα δερματικά μου κύτταρα αλλά και τον επιπεφυκότα μου σε σημείο που να είναι δύσκολο να μείνουν στεγνοί οι σιελογόνοι μου. Στρέφω το βλέμμα μου προς τον θερινό και αποφασίζω να ταμπουρωθώ στη μεγάλη από αγιόκλημα αγκαλιά του. Την απόφασή μου όμως την αλλάζει ο τίτλος απ’ το χαζό wannabe blockbuster που έχει επιβληθεί για ακόμη μια βδομάδα στην κεντρική οθόνη της πόλης. Σκέφτομαι πως, το χειμώνα, τις Πέμπτες στο ΤΕΙ βλέπαμε ωραία πράματα και μια ελαφρά μελαγχολία μού χτυπάει ύπουλα την πόρτα. Δεν της ανοίγω και όσο κι αν επιμένει συνεχίζω το δρόμο μου μ’ ένα ψεύτικο μεν, εμφανές δε, τεράστιο χαμόγελο.

Στον κήπο, προς τα μέσα παγκάκια, καναδυό ζευγαράκια χαμουρεύονται ενώ ένας παραδοσιακός μπανιστιρτζής καταναλώνει αδιάφορα δήθεν κολοκυθόσπορους και τσιγάρα. Βγαίνω πάλι στον κεντρικό και κατευθύνομαι προς το Εμπορικόν, με σκοπό να ρίξω στο στομάχι μου καμιά μπουγάτσα. Κάποιοι ταξιτζήδες αραχτοί συζητάν για το καινούργιο κουπόνι, αδιαφορώντας για το έκτρωμα στο οποίο η Δημοτική αρχή μάντρωσε την προτομή κάποιου παλιού Δημάρχου. Αν η αισθητική κακοποίηση του δομημένου τοπίου ήταν έγκλημα, τότε η Ελληνική επικράτεια θα ‘πρεπε να ‘ναι μια τεράστια φυλακή.

Νεολαίοι αποκαμωμένοι απ’ την ορθοστασία και τα ξίδια, τραβάν για τα μπουγατσατζίδικα. Αφαιρούμαι επικεντρώνοντας το βλέμμα μου στο ντύσιμό τους και προσπαθώ να μπω στο μυαλό τους τη στιγμή που αγοράζουν όλα αυτά τα ρούχα. Ή εγώ είμαι αργός ή η σελίδα βαριά. Γιατί δεν κατεβαίνει με τίποτα. Η παρατήρησή μου δε βγάζει κανένα συμπέρασμα.

Φτάνω στην Πλατεία Ελευθερίας. Η τεράστια μαρμαρένια ταφόπλακα που σκεπάζει το χώμα έχει στερήσει απ’ το κεντρικότερο σημείο της πόλης όχι μόνο τον αέρα, αλλά κυρίως την ελπίδα για ένα μέλλον γήινο, φυσικό, αντάξιο της ιστορίας που κουβαλάει αλλά και της σημασίας που έχει για κάθε Δραμινό.

Ανεβαίνω τη Λαμπριανίδη και προσπαθώ να ξεκολλήσω απ’ το μυαλό μου τα απομεινάρια των σκέψεων που φύτρωσαν στα εγκεφαλικά μου κύτταρα, Όταν βλέπω να σκάει μούρη μπροστά μου Το Συμπέρασμα. Πίσω του όλες οι αποδείξεις.

Τις τραβάει απ’ το πρόσφατο φαντασιακό και τις στέλνει μπροστά μπροστά: «Εγώ όμως αισθάνομαι πολίτης αυτής της πόλης και μάλιστα πολύ ενεργός». Καπάκι μου τραβάει ένα ΤΙΛΤ που είναι όλο δικό μου. Κι όταν κάνω πως αναρωτιέμαι, μου απαντάει πως στη σκέψη μου έχουν βρεθεί έννοιες ασύμβατες. Μάλιστα μου προτείνει να μου δώσει Δωρεάν μερικές συμβατές, όπως «υπήκοος», «παθητικός δέκτης» και αρκετές που δε θυμάμαι και παράλληλα μ’ αυτές να μου βρει θέση εποπ ή ταμία σε Σούπερ. Γελάω! Κι αυτό το γέλιο είναι πραγματικό. Απορρίπτω τις προτάσεις του μικροαστικού υποσυνείδητου και χαλαρώνω νοιώθοντας πολύ όμορφα που δεν ενέδωσα και σήμερα στις σειρήνες. Γύρω μου όλα ήσυχα. Έχω φτάσει στον Κορύλοβο. Κοιτάζω τη Δράμα από ψηλά. Μοιάζει όμορφη και σκέφτομαι πως είναι κρίμα να τη χαρίσουμε στους κακομούτσουνους.

Χάμπον Κάτισείδηςήάδης