Σάββατο, Μαρτίου 25, 2006

Ογκόλιθοι και τσιμεντόσκονη - Μια ιστορία διακοπών

Κι αν περάσαμε ...
Για κάποιο άγνωστο προς το παρόν λόγο μου μπήκε στο μυαλό αυτή η λέξη και θρονιάστηκε στην πρώτη σειρά του κειμένου. Ίσως να 'ναι εισαγωγή κάποιου τραγουδιού του Καζαντζίδη. Ίσως να 'ναι το μερίδιό μου στην συμπαντική ανταπόκριση σε κάποιο πέταγμα πεταλούδας. Ίσως πάλι και να μην είναι τίποτα από τα παραπάνω, αλλά κάτι εξίσου περίπλοκα απλό και μυστηριώδες.
Το γεγονός είναι ότι μόλις επέστρεψα στο Λ.Α μετά από μια υπέροχη εβδομάδα στη Βόρεια Ελλάδα κατά την οποία συνδυάστηκε το τερπνό των διακοπών με το ωφέλιμο των υποχρεώσεων. (Τι μας λες!)

Θα 'θελα να γράψω για όλα τα συναισθήματα που τύπωσαν μέσα μου την ιστορία αυτής της βδομάδας αλλά φοβάμαι πως θα περιοριστώ στα ισχυρότερα και ως εκ τούτου η εικόνα που θα δημιουργηθεί απ' αυτές τις μεγάλες ψηφίδες θα μπάζει από χίλιες μπάντες. Εξάλλου χωρίς το τσιμέντο της κάθε μικρούλας στιγμής που μπολιάζει τους ογκόλιθους των μεγάλων γεγονότων το ντουβάρι της ιστορίας μας θα ήταν γεμάτο τρύπες.


Το πρωινό ξύπνημα, απ' τα πουλιά που φωλιάζουν στα δέντρα του σπιτιού του Γιάννη και της Δήμητρας, ήταν μια υπενθύμιση ότι υπάρχει η πιθανότητα στον καθένα μας να ζήσει σαν άνθρωπος, κι ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι δεν ξυπνούν από μανιασμένα κορναρίσματα, συναγερμούς και φωνές ημίτρελων οδηγών.
Ο καφές με τον Angelito και την Snowflake, η οινοποσία με την παρέα στα «Παραμύθια», οι «Τέχνες Αλυπίας» υπό τους ήχους των επιλογών του Angelito, η Frida στο υπόγειο των We Few, το φιλμάκι με τα αγάλματα στη νομαρχία, η Χαλκιδική ....



Τι να πεις και να μην είναι λίγο;
Τι να πεις και να μην είναι πολύ;

Δευτέρα, Μαρτίου 13, 2006

ΑφρικανικΆ μονόχορδα και τάμπλες παραγεμισμένες με κάρυ

ΑφρικανικΆ μονόχορδα και τάμπλες παραγεμισμένες με κάρυ αράζουν στην οθόνη του πισιού μου κι ερωτοτροπούν με τα μυωπικά «μυγάκια» του αέρα. Ξάφνου εμφανίζεται η απρόσμενη εξέλιξη του μυθιστορήματος και κλέβει την παράσταση.
Ο ήρωας δεν είναι πια ήρωας. Για την ακρίβεια δεν ήταν ποτέ ήρωας. Απλά μεγάλωσε πιστεύοντας πως είναι ήρωας κι ήρθε η στιγμή να αλλάξουν όλα. Αργά ή γρήγορα, πάντα έρχεται αυτή η στιγμή.
Ουφ! Βαρέθηκα πια! Αναφωνεί ο πρώην ήρωας. Θα περάσω σε κάποια άλλη αφήγηση. Θα πάω κάπου αλλού, κάπου που οι ήρωες έχουν χαμηλότερη βάση και μεγαλύτερη διάρκεια.
Αχ! Τι όμορφα! Συνεχίζουν τα ζώα του δάσους!
Αχ! Τι όμορφα!
Ένας κεραυνός (περιπέτεια) όμως διαλύει την ησυχία και γράφει φωτεινά στη νύχτα, λόγια μυστήρια, σε γλώσσα παράξενη που δε γνωρίζουν οι ήρωες.
Μα τι λέει αυτή η χαζολάμψη; Αυτός ο βλακοθόρυβος; (Το μυστήριο γίνεται Μυστήριο μόνο όταν ....)

Έλα ντε; Απαντούν τα κοκκινοπράσινα πετρώματα. Ενώ τα αστραφτερά διαμάντια απ' τα δάκρυα της ρεμπέτισσας Διαμάντως της αλανιάρας αρχίζουν να χαράζουν στο γυάλινο πάτωμα του παραμυθιού όμορφους στίχους Ελευθερίας.
Να ο καινούργιος εθνικός ύμνος!
Να ο καινούργιος ύμνος του έθνους των ασύλληπτων σκέψεων! Των οραμάτων που επιβάλλονται απ' την ανάγκη για Φυγή, για Ελευθερία. Του έθνους με έψιλον μικρό. Του έθνους των πνευματικών καταστάσεων, που υπάρχει για να μας θυμίζει ότι η ζωή είναι ένα πορτοκάλι, χωρίς κρυμμένο νόημα παρακαλώ. Πορτοκάλι! Τίποτ' άλλο! Χωρίς εξήγηση. Χωρίς ανάλυση.
Σ' αυτό το σημείο το κείμενο έχει ανάγκη από κάτι έντονα δραματικό κάτι μεταξύ Άμλετ Βούρτση και Ρίχαρντ Θεοδωράκη. Κάτι που να θυμίζει επέλαση με χιλιάδες ασώματες ψυχές και ταυτόχρονα μορφές γήινες γεμάτες πόνο, σκαμμένες απ' την απόγνωση.
ΟΚ! Πάμε αλλού τώρα!
Εντάξει θα γυρίσω και σε σένα!
Σε λίγες μέρες θα πάω στη Δράμα.
Λοιπόν, θα κάνω μια βόλτα στα νερά της Αγίας Βαρβάρας. Θα χαζέψω λίγο τους κύκνους. ΔΕΝ θα ταΐσω τις πάπιες, γιατί απ' το πάχος δε μπορούν να κουνηθούν. Θα φωτογραφήσω το ηλιοβασίλεμα στο Μενοίκιο και πριν γυρίσω σπίτι θα περάσω απ' την καπναποθήκη απέναντι απ' το πρώην σπίτι μου να πω ένα γεια στα πνεύματα των καπνεργατών.
Κατεβαίνω απ' τις σκάλες, ως δείγμα αλλαγής νοοτροπίας προς το υγιεινότερο, και σκέφτομαι πως Ναι! Τελικά η ζωή είναι ένα πορτοκάλι. Χωρίς εξήγηση. Χωρίς ανάλυση. Ένα πορτοκάλι! (μπορεί και χωρίς θαυμαστικό, αν και αυτό πρέπει να το ψάξω)
Ο Γκρούτσο Μαρξ χαμογελάει και εμφανώς χαρούμενος προχωράει σε δύσβατα νοητικά μονοπάτια τραγουδώντας:
«Αυτή είναι η άποψή μου!
Κι αν δε σας αρέσει ....
μπορώ να την αλλάξω»

Να μ' αγαπάτε!

Τρίτη, Μαρτίου 07, 2006

Έγινα στην Αίγινα!


Ούζο και κρασί βαρβάτο
ταραμάς χταπόδι
αφράτο
Μια αρμάδα
νοματαίους
κόρες και νοικοκυραίους
τους εβόλεψε η
Μαΐστρα
η Δευτέρα η καθαρίστρα

Κυριακή, Μαρτίου 05, 2006

Κώστας Μανιατόπουλος - Το σκοτάδι της πόλης μας δείχνει τα δόντια του

Το σκοτάδι της πόλης μας δείχνει τα δόντια του
Ο Κώστας Μανιατόπουλος εκθέτει στο βιβλιοπωλείο της "βαβέλ" Λόντου 1 (Ζ.Πηγής & Σόλωνος)

Τετάρτη, Μαρτίου 01, 2006

Οίστρος - Μια μυΐγα

Ατελής λαογραφική μελέτη καλών προθέσεων


Ο οίστρος είναι μια περίεργη μυΐγα που τσιμπάει τα ζώα κι αυτά δαιμονίζονται και κάνουν σαν τρελά. Κατά καιρούς πολλοί καλλιτέχνες, κυρίως του λόγου, προσπάθησαν να την εξωραΐσουν, αλλά αυτή σε πείσμα όλων παρέμεινε μυΐγα.
Με το ανθρώπινο είδος, συνήθως, δεν έρχεται σε επαφή. Ίσως γιατί σ' αυτό και στη μεγαλοσύνη του, δε βρίσκει τίποτα που ν' αξίζει. Προτιμά τα ζώα. Περηφάνια παίρνει απ' τα άλογα, υπομονή κι εργατικότητα απ' τα μουλάρια και τα γαϊδούρια.
Για να μη μιλήσω για τα γελάδια και τα βόδια, που παραμένουν απαράμιλλοι συλλέκτες αρετών.
Ως μυΐγα, πετάει. Ούτε περπατάει ούτε «έρπεται». Συνεπώς το πρόβλημα είναι δικό μας, ίσως και των μη ιπτάμενων ζώων. Γιατί αυτή αν χρειαστεί να βαδίσει, το μπορεί και μάλιστα αυτόνομα, ενώ εμείς για να πετάξουμε χρειαζόμαστε την υποβοήθηση μηχανών.
Δεν θα ήθελα να επεκταθώ στις αρετές που υπολείπονται στο ζωντανό, γιατί είμαι της άποψης ότι κάθε τι που καταγράφεται, χάνει ένα κομμάτι του, ίσως το πιο ζωτικό, τη μοναδικότητά του. Ο λόγος είναι ότι απ' τη στιγμή που καταγράφεται, μπορεί να ανατυπωθεί, και το χειρότερο, ως εκ τούτου να μελετηθεί.
Εδώ θα μπορούσε κάποιος να με ρωτήσει εύλογα:

Μα καλά τι προτείνεις δηλαδή;
Πίστευε και μη ερεύνα ;
Είναι ακριβώς η στιγμή που ξυρισμένος, κουρεμένος και με το καλό μου πουκάμισο σιδερωμένο, θα απαντήσω δυνατά :
Όχι ! Απλώς αν δεν αγαπάς, οπότε δεν (ανα)παράγεις, αλλά προάγεις,

ΑΡΑΞΕ ΣΤΑ ΚΙΛΑ ΣΟΥ ΓΙΑΤΙ ΔΕ ΣΕ ΠΑΙΡΝΕΙ

Στα κράτη της Αφρικής, όπως και στην Ανατολή του Νότου, οι άνθρωποι, μυστήριο πώς, έχουν εδώ και χιλιάδες χρόνια, ένα σταθερό βάδισμα προς το εσωτερικό διάστημα (inner space). Αυτό, εμείς οι κοντινοί τους ανατολικοί, δε μπορέσαμε να το αποχτήσουμε. Πόσο μάλλον οι δυτικοί. Έτσι, ορμώμενοι κυρίως από φθόνο, τους χαρακτηρίζουμε ως μυστικιστές, μυστήριους, μυστακοφόρους, μισθοφόρους, μισάνθρωπους και άλλα τινά μίς, μύς ακόμη και μής. Αυτοί λοιπόν, οι μπροστάρηδες, διανοητικά αλλά και ψυχοψαχτικά, συγκάτοικοί μας, είναι συν τοις άλλοις και εφευρέτες ενός καταπληκτικού μυϊγοδιώχτη ευρείας χρήσεως. Προς αποφυγήν παρεξηγήσεως και προς διαφήμισιν της ανωτερότητάς τους, είμαι υποχρεωμένος να αναφέρω ότι το εν λόγω εργαλείο ουδεμία σχέση έχει με την ημέτερη δολοφονική και κακιά μυϊγοσκοτώστρα . Αποτελείται από ένα στέλεχος σκληρό, από δέρμα τυλιγμένο, ενίοτε δε από ξύλο, το οποίο χρησιμοποιείται ως χερούλι και από λεπτές δεσμίδες δέρματος ή σχοινιού, οι οποίες εκτείνονται αναλόγως την περίπτωση έως 50 εκατοστά του μέτρου.
Ως εργαλείο καθημερινής χρήσεως, είναι μεγάλης σπουδαιότητος. Γιατί στα ζεστά κλίματα, ελλείψει χειμερινής αποστείρωσης οι μυΐγες και ως εκ τούτου οι οίστροι, αναπτύσσονται σε πολυπληθείς, δυνάμει νοσογόνες, αποικίες ...


Η μελέτη μπορεί να συνεχιστεί με αναφορά στην ουρά των αλόγων και την ομοιότητά τους με το μυϊγοδιώχτη, αλλά και με την χρήση του ως μαστιγίου απ' τους απολίτιστους.
Μπορεί να γίνει σύγκριση πολιτισμών Ανατολής - Δύσης και παράθεση διάφορων θέσεων και αντιθέσεων...
Μπορεί να γίνει παράθεση μελετών και στοιχείων, που να αποδεικνύουν το ένα ή το άλλο, ανάλογα με την πορεία που θέλουμε να δώσουμε. Γιατί, ως γνωστόν, υπάρχουν πειστικά επιχειρήματα, για τα πάντα. Μπορεί να γίνει αναφορά στη διαφορετική αντιμετώπιση της λαϊκής γνώσης απ' τους πολίτες κι απ' την εξουσία Μπορεί επίσης, προκειμένου να γράφουμε, να γίνει το ένα, το άλλο ή ακόμα και το παραάλλο. Δε θα γίνει όμως !
Το ημιοτιδήποτε αυτό κείμενο το αφιερώνω με εκτίμηση στον κύριο Ηλία Πετρόπουλο